Σάββατο 5 Ιουλίου 2008

Η ΒΡΑΒΕΥΣΗ

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΗΣ ΛΕΥΚΙΜΜΗΣ,
ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΕΥΚΙΜΜΙΩΤΕΣ

Αγαπητοί γονείς και μαθητές.
Με ευκαιρία την τελετή βράβευσης των επιτυχόντων αποφοίτων Λυκείου στις ανώτερες και ανώτατες σχολές, την οποία παρακολούθησα λόγω ιδιαίτερης ευαισθησίας ως πρώην εκπαιδευτικός, ένιωσα χρέος να κάνω κάποιες σημαντικές παρατηρήσεις πού σχετίζονται με την αδιανόητη, από παιδαγωγικής σκοπιάς, αυτή εκδήλωση.
Η συνεχής κοινωνική μου παρουσία έχει κάνει αντιληπτό, νομίζω σε όλους, πόσο φουσκώνω περηφάνια όταν κάτι καλό γίνεται στον τόπο μας, αλλά και πόσο θλίβομαι και οργίζομαι και αντιδρώ στα μέτρα των δυνάμεών μου, όταν γίνεται κάτι ανάποδο.
Θα χρειαζόμουν δυστυχώς πολλές αράδες για να αναφέρω εδώ όσα επιτεύγματα του παρελθόντος κατέρευσαν, ενώ για τις σύγχρονες επιτεύξεις πολύ λίγες. Σ’ αυτή την κατάντια της Λευκίμμης, που σε άλλες εργασίες μου έχω σαφώς περιγράψει, βρίσκω απόλυτα θεμιτή και επιθυμητή την όποια προσπάθεια των αρχόντων και κάποιων ιθυνόντων του τόπου μας, να προβάλλουν οτιδήποτε θετικό για να αναπτερώσουν –έστω- τον ψυχισμό σας. Γι αυτό πρέπει να τους συγχωρήσουμε το τελευταίο, ελπίζω, ΜΕΓΑ ΛΑΘΟΣ τους, που ήταν η
βράβευση των επιτυχόντων στα ΑΕΙ-ΤΕΙ, ο αριθμός των οποίων ήταν
φέτος, αναλογικά, ο μεγαλύτερος σ’ όλο το νησί.
Σεις βέβαια οι επιτυχόντες που δώσατε σκληρή μάχη γι’ αυτή την επιτυχία αλλά και οι γονείς σας που θερμά σας συμπαραστάθηκαν, σας χειροκρότησαν και σας καμαρώνουν, θα παραξενευτήκατε περισσότερο από όλους για την απαξιωτική μου στάση στη βράβευση αυτή και φυσικά θα ζητάτε εξηγήσεις. Εγώ όμως, που δεν είμαι πολιτικός, ενδιαφέρομαι περισσότερο για την επιστημονική αλήθεια την οποία γνωρίζω λόγω της Παιδαγωγικής μου κατάρτισης, ενώ μπρος σ’ αυτή την αλήθεια ποσώς μ’ ενδιαφέρει η συμπάθεια η η αντιπάθεια κανενός, ένοιωσα έντονα το χρέος να αντιδράσω έτσι.
Το ίδιο θα ζητάτε εξηγήσεις για την αυθαίρετη και κραυγαλέα παρέμβασή μου, μετά την λήξη της τελετής, όπου έκανα την πρόταση:
Να θεσπισθεί, με συνεργασία Δήμου και Δ/σης του Λυκείου, βραβείο κοινωνικοποίησης μαθητών, μετά από ετήσια έκθεση ιδεών με θέμα:
«Τα προβλήματα του τόπου μας και ο ρόλος των πολιτών απέναντί τους».
Δυστυχώς κανείς απ’ τους παρόντες στην εκδήλωση άρχοντες, δεν απάντησε, ενώ των βραβευμένων νέων και των γονέων τους την παγωμάρα, όλοι την αντιλήφθηκαν.
Έ, λοιπόν για να κατανοήσετε το ΜΕΓΑ ΛΑΘΟΣ και την λογική της πρότασης μου, σκεφτείτε μόνον τους συνομηλίκους σας, τους συμμαθητές σας, τ’ αδέρφια σας πόσο ταπεινωμένα και κυρίως πόσο αδικημένα ένιωσαν (και είναι) μ’ αυτή την βράβευση. Χωρίς την παρουσία όλων αυτών στην αίθουσα, φαντάζεστε πώς θα ήταν η τελετή βράβευσης; Νομίζετε ότι όλοι αυτοί που δεν πέτυχαν στα ΑΕΙ-ΤΕΙ δεν ξέρουν να κάνουν κάτι καλύτερα από εσάς; Οι νέοι ταλαντούχοι μουσικοί, για παράδειγμα, που λάμπρυναν την βράβευσή σας, δεν αξίζουν βράβευσης;
Θα μου πείτε πως η επιβράβευση είναι ένα είδος «θετικής αμοιβής» αυτονόητη σε κάθε εκπαιδευτική διδασκαλία, όπως είναι και (οι πολύ περισσότερες δυστυχώς) αρνητικές αμοιβές. Πρέπει όμως και οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί και το εκπαιδευτικό μας σύστημα αλλά και κάθε εμπλεκόμενος σ’ αυτό άσχετος να έχει την οξυδέρκεια και την ευαισθησία να μην είναι άδικος, να μην κάνει μονομερείς διακρίσεις και κυρίως να μην πληγώνει ούτε έναν απ’ τους υπόλοιπους, γιατί στην αντίθετη περίπτωση (όπως δυστυχώς στην εκδήλωση βράβευσης) το αποτέλεσμα της εκπαιδευτικής διαδικασίας αποβαίνει αρνητικό.
Αλίμονο στους γονείς που κάνουν διακρίσεις στα παιδιά τους. αλίμονο στην κοινωνία που κάνει τόσο καταφανείς διακρίσεις στους πολίτες. Γιατί τότε όχι μόνο η ψυχική υγιεινή όλων των υπολοίπων «πάει περίπατο» και το κατ’ εξοχήν ύψιστο κοινωνικό αγαθό που λέγεται Κοινωνική Συνοχή τορπιλίζεται στη βάση του αλλά και το ιδανικό της «κατ’ ουσία» και εν «πράγμασι» δικαιοσύνης υποβαθμίζεται επικίνδυνα. Γιατί οι μαθητές δεν είναι τα σκυλάκια του Παυλώφ που με ένα κοψίδι και ένα ραβδί μπορεί κανείς να τα μάθει να χορεύουν. Όλοι οι μαθητές, όλοι οι νέοι χουν, όπως όλοι οι άνθρωποι, ψυχούλα. Όπως για τη σωστή μάνα έτσι και για τον σωστό εκπαιδευτή, κανένα παιδί δεν έχει μικρότερη αξία από το άλλο. Όλα μπορούν ισάξια
να συμβάλουν θετικά στη λειτουργία της κοινωνίας μας, όπως όλα μπορούν, δυστυχώς, να μετατραπούν σε αποδομητές του νεκρού κορμού της. Εμφανώς η αφανώς όλοι έχουν προτερήματα και ελαττώματα. Θυμηθείτε ακόμα κάποιους που κάποτε αποκαλούσαμε «ανάπηρους» και στη συνέχεια με «ειδικές ανάγκες» ενώ σήμερα πολύ σωστά αποκαλούμε «Άτομα με Ειδικές Ικανότητες» όπως ακριβώς είμαστε όλοι δηλαδή.
Και ενώ επιστημονικά, αλλά και Νομικά, τα παλιά, φασιστικού τύπου «ταμπού» των διακρίσεων σε ανώτερης και κατώτερης αξίας άτομα, έχουν ξεφτίσει, στην καθημερινή, κοινωνική και κυρίως εκπαιδευτική πραγματικότητα, εξακολουθούμε να θεωρούμε το σχολείο σαν ξεχαρβαλωμένη ψαροκασέλα, με ψάρια πρώτης δεύτερης και τρίτης επιλογής και με απορριπτέους ιχθύες για... τους γάτους.
Σήμερα που κάθε επιστημονικά δομημένο σύστημα στοχεύει στην παραγωγή ευτυχισμένων ανθρώπων αντί δυστυχισμένων επιστημόνων, εμείς δυστυχώς εξακολουθούμε να παράγουμε «κίτρινα ποδήλατα» (από το ομώνυμο κινηματογραφικό έργο), να παράγουμε δηλαδή απόφοιτους η απορριπτέους των οποίων το ιδιαίτερο ταλέντο και οι ικανότητες ουδέποτε αναδείχθηκαν, στο βαθμό τουλάχιστον που θα μπορούσε και θα έπρεπε, να παράγουμε κατάφορα αδικημένους και συμπλεγματικούς, γιατί απλά έτυχε να ανήκουν στην κατηγορία των συντριπτικά περισσότερων, που ποτέ δεν είχαν τα χρήματα να πληρώνουν τα φροντιστήρια, που θα τους έδιναν τα θέματα S.O.S., είτε έχουν μειωμένη ικανότητα απομνημόνευσης, είτε είναι ευφυέστατοι αλλά αργόστροφο, είτε, ενώ έχουν πρωτογενή σκέψη, σκοντάφτουν σε μια ( καθόλου σπάνια ) δυσλεξία, είτε ενώ έχουν όλα τα καλά βιώνουν κάποιο οικογενειακό η προσωπικό δράμα, είτε, είτε , είτε…..αδυνατούν τελικά να ανταποκριθούν στην κούρσα της μονολιθικής, αυστηρά περιχαρακωμένης, ανάλγητης και κυρίως σατανικά κατευθυνόμενης εκπαιδευτικής διαδικασίας. Είναι όλοι αυτοί οι θαυμάσιοι νέοι και νέες, οι εν δυνάμει φορείς της ζωής και της ελπίδας, που κάποια στιγμή διακόπτουν για τον ένα η τον άλλο λόγο, η ρίζα του οποίου είναι προφανώς το σαθρό εκπαιδευτικό και κατ’ επέκταση κοινωνικό μας σύστημα. Είναι αυτοί για τους οποίους γονείς και δάσκαλοι υποτιμητικά λένε ότι "δεν τα παίρνουν τα γράμματα".
Τι γίνονται όλοι αυτοί; Είναι του πεταματού; Είναι για ρίξιμο στον Καιάδα Λάκκο; Η μήπως προσφέρουν τελικά λιγότερα στην κοινωνία μας απ’ τους άλλους; Όχι βέβαια. Γύρω μας είναι. Μ’ αυτούς κουβεντιάζουμε καθημερινά, μ’ αυτούς συναλλασσόμαστε, συνδιασκεδάζουμε, συμπονούμε. Μ’ αυτούς τους « απορριπτέους ιχθύες » αντιμετωπίζουμε τα κοινά μας προβλήματα, μ’ αυτούς ανταλλάσσουμε τον καρπό του μόχθου μας και με όλους αυτούς τους «ανεπίδεκτους μαθήσεως» πολυτάλαντους παραπεταμένους προσπαθούμε να αμυνθούμε στην αφαίμαξη που μας κάνουν οι άλλοι. Ποιοι άλλοι; Μα…οι «επιπλέοντες ιχθύες», οι βραβευμένοι, οι σπουδαγμένοι, οι επιστήμονες, οι επιτυχημένοι και ταυτόχρονα οι υποταγμένοι, οι στερημένοι της αληθινής χαράς της ζωής και της ελεύθερα αυτοεπιλεγμένης κατεύθυνσης στην αναζήτηση της γνώσης και απόχτησης δεξιοτήτων, γι αυτό τελικά οι πιο συμπλεγματικοί, οι πιο αδικημένοι και οι πιο ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ.
Δυστυχώς ο τόπος μας έχει αναδείξει πολλούς απ’ αυτούς. Τυχαίο είναι το χάλι μας; Bλέπετε κανέναν δίπλα μας; Βλέπετε πολλούς απ’ αυτούς να νοιάζονται για τα μικρά και μεγάλα προβλήματα της καθημερινής μας ζωής και της κοινωνίας μας; Την κοπάνησαν όλοι. Μαύρη πέτρα έριξαν πίσω τους. Κατά το Δεκαπενταύγουστο κάποιοι απ’ αυτούς έρχονται με τις αμαξάρες τους και προσκυνάνε τα άγια χώματα που τους ανάθρεψαν και ψευτομοιρολογούν για τα ερημωμένα πατρικά τους, για τα λογγιασμένα χτήματα των γονιών τους, που τους σπούδαξαν και τους καμαρώνουν αλλά δεν γουστάρουν να τους ακολουθήσουν, προτιμώντας την αναπόφευκτη μοναξιά στα γεράματά τους. Πάνε και στις αλυκές (τις εγκαταλειμμένες) για κάνα γαλάρι, πάνε και στο Γαρδένο (που τον ρήμαξε η μπουλντόζα) για μπανάκι μοναχικό, πάνε και στης Μαρίας, της αθυρόστομης, στο ποτάμι (των λυμάτων) για να φρεσκάρουν την ντοπιολαλιά τους, τρώνε και τον κόκορο της μάνας τους παστιτσάδο και πριν αναχωρήσουν, γεμάτοι πίκρα και νοσταλγία, βουτάνε και την κουτάλα στην σκουριασμένη πίλα με το λάδι που κόντεψε στον πάτο.
Είδατε πολλούς απ’ αυτούς να χρησιμοποιούν τα γράμματα που μάθανε για το καλό του τόπου; Γιατί στο διάολο τους σπουδάξαμε;
Αναρωτηθήκατε όμως ποτέ γιατί κανείς απ’ αυτούς τους σπουδαγμένους δεν νοιάστηκε ουσιαστικά για τον τόπο του;
Αναρωτηθήκατε ποτέ γιατί όταν η κουβέντα μαζί τους πάει κατά κει, απαντούν με δικαιολογίες, υπεκφυγές, μετάθεση ευθυνών στους «αρμόδιους»; H απάντηση είναι μία : Τα προβλήματά τους (υποκειμενικά και αντικειμενικά) είναι τόσο μεγάλα που τα δικά μας μπροστά τους μοιάζουν αστεία. Κι ακόμα, τα λεφτά που τους δώσαμε και εξακολουθούμε να τους δίνουμε είναι ψίχουλα μπροστά σ’ αυτά που τους δίνουν άλλοι για ν’ αγοράζουν τις γνώσεις και τις υπηρεσίες τους, και πάλι μ’ αυτά δύσκολα τα βγάζουν πέρα. Είναι πράγματι δέσμιοι των προβλημάτων και των αναγκών τους που διαρκώς μεγαλώνουν. Μοιάζουν πολύ με καλολαδωμένα εξαρτήματα μιας τεράστιας μηχανής. Αυστηρά προσηλωμένοι στον τομέα του ο καθένας, ένα τομέα τόσο μικρό κι ασήμαντο, μπρος σε όλο το φάσμα της ζωής, που θα έλεγες πως μοιάζει με ένα τίποτα. Όλη τους τη ζωή δεν βλέπουν τίποτα (κι όπως πάει δεν πρόκειται να δουν τίποτα) πέρ’ απ’ αυτό το τίποτα. Ο κόσμος τους όλος κι αυτοί οι ίδιοι έχουν γίνει ένα μ’ αυτό το τίποτα, που λόγω εξειδίκευσης το ξέρουν τόσο καλύτερα από μας που ούτε μπορούμε να τους πούμε τίποτα ούτε να κάνουμε γι αυτούς τίποτα. Χωμένοι και χαμένοι στα πολυτελή διαμερίσματά τους, στα πολυδαίδαλα ψυχοψαχτικά τους, τα δυσβάσταχτα οικογενειακά τους, τα πελώρια οικονομικά τους και τα «αναπόφευκτα» βίτσια τους, πώς να δουν γύρω τους; Μπορούν νομίζεις να φορτώνουν κι άλλο το μυαλό τους; Κι όταν το φέρει η τύχη και πέσει το βλέμμα τους κατ’ Αλεύκι μεριά, φυσικό δεν είναι να βλέπουν τον τόπο μας σαν μια πελώρια πίλα με λάδι; Φυσικό δεν είναι όταν σκύβουν κατα δώ να κρατούν μεγάλη κουτάλα;
Αυτοί όμως φταίνε ή η μόρφωση που το σχολειό μας τους έδωσε;
Κι εμείς πάλι τι κάναμε τόσα χρόνια; Τράβα μπροστά παιδί μου, τους είπαμε, και μη κοιτάξεις πίσω σου, τους γονείς σου, τους φίλους σου, τους συμμαθητές σου, τον τόπο σου. «Ξεκλειδώστε τις κλειδαμπαρωμένες Πύλες» παρότρυνε ο Διευθυντής σας στη βράβευση. Στο μυαλό μου ήλθαν τότε οι Πύλες της Άρχουσας Τάξης, της Τάξης των ολίγων πλουσίων που άρχουν σε βάρος όλων μας, των πολλών φτωχών. Δεν είμαι σίγουρος αν εσείς δεν μπερδέψατε τις Πύλες με τις πίλες του λαδιού.
«Ανοίξτε τα φτερά σας και πετάξτε σε μια άλλη ζωή» πρόσταξε δακρυσμένος από συγκίνηση και περηφάνια κάποιος καθηγητής σας. Η «Ζωή εν Τάφω» πήγε στο μυαλό μου.
Στενοχωριέμαι ιδιαίτερα που γίνομαι σκληρός σε αγαπητούς, φίλους, ανθρώπους και καλοπροαίρετους συμπολίτες μου. Με λύπη μου θα τους αρνηθώ την επιβράβευση του έργου τους. Η ΑΛΗΘΕΙΑ σαν το ιδανικό που οι ίδιοι δίδαξαν, και η σκληρή πραγματικότητα, δεν μου το επιτρέπουν.
Τι φταίνε όμως κι αυτοί; Έτσι κι αυτοί κάποτε ξεκίνησαν σαν επιβραβευμένοι «επιπλέοντες ιχθύες» πατώντας πάνω στους «παρακατιανούς ιχθύες», όλους εμάς δηλαδή, και όλοι μαζί τελικά, ξεψυχισμένοι κι άκαμπτοι, επέπρωτο να ταΐσουμε το αχόρταγο Τέρας του τεχνοκρατικού κι απάνθρωπου πολιτισμού μας.

Το ΤΕΣΤ Επιλογής λοιπόν του σημερινού μαθήματος έχει ως εξής:

Ποιοι νέοι πρέπει να βραβεύονται;
α) Οι καταδικασμένοι επιτυχόντες στα ΑΕΙ-ΤΕΙ ;
β) Οι γκαντέμηδες δραπέτες της σχολικής κρεατομηχανής ;
γ) Οι αποδεδειγμένα κοινωνικοποιημένοι πρωταθλητές του Ανθρωπισμού και δοκιμασμένοι ανατροπείς του σαθρού κατεστημένου;
δ) Όλοι οι παραπάνω;
ε) Κανείς από τους παραπάνω ;

Σημείωση: Eπιτρέπεται να συμβουλευθείτε τα βοηθήματά σας.
Εύχομαι ολόψυχα αυτή τη φορά να μην αποτύχει κανείς.


Λευκίμμη Γενάρης 2004 Βλάσσης Σ. Γιώργος ( Μελισσουργός) Τηλ.-FAX: 2662024339

Δεν υπάρχουν σχόλια: