Πέμπτη 29 Μαΐου 2008

ΤΑ ΚΟΥΝΟΥΠΙΔΙΑ ΜΑΣ
Η ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΠΗΓΗ ΜΑΣ

(«παραδοσιακό» παραμυθάκι του τόπου μας )

Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε στην Λευκίμμη ένα αρχαίο έθιμο : Για κάθε μωρό που γεννιόταν, οι γονείς του καλλιεργούσαν στον κήπο τους μία επί πλέον βραγιά με κουνουπίδι. Κάθε παιδί και μία βραγιά με κουνουπίδι! Tόσο πολύ τους άρεσαν τα κουνουπίδια.
Έτσι με τα χρόνια κάθε Λευκιμμιώτης, μικρός μεγάλος, είχε καλλιεργημένη με κουνουπίδι μία βραγιά στο όνομά του. Γέμισε η Λευκίμμη κουνουπίδια. Όπου και να έριχνες το μάτι σου παντού κουνουπίδια. Όλοι πια, ντόπιοι και ξένοι, αντί να λένε τη Λευκίμμη με το όνομά της, τη λέγανε Κουνουπιδότοπο και τα χωριά Κουνουπιδοχώρια. Τα πράγματα όμως για τον τόπο μας πήγαιναν απ’ το κακό στο χειρότερο. Οι τουρίστες που άφηναν λεφτά γίνονταν όλο και φτωχότεροι και στο τέλος ούτε κι αυτοί δεν έρχονταν. Δουλειές δεν υπήρχαν και οι νέοι πήγαιναν να ζήσουν αλλού. Φέρανε ειδικούς να εξηγήσουν το κακό που τους ήβρηκε κι αυτοί τους είπαν ότι η μυρουδιά και η θέα των κουνουπιδιών μπορεί να μην ενοχλούσε τους Λευκιμμιώτες, γιατί είχανε συνηθίσει, αλλά στους ξένους μύριζε μπόχα ενώ την θέα των κουνουπιδιών δεν την άντεχαν. Έπρεπε λοιπόν ή να τρώνε όλα τα κουνουπίδια τους ή να καταργήσουν το έθιμό τους ή να θάβουν το περίσσευμα και να μην το πετάνε από δω κι από κει. Τρώγανε λοιπόν οι Λευκιμμιώτες όσα κουνουπίδια μπορούσανε, οι φλιμένοι, κάθε μέρα κουνουπίδι με χίλιες δυό συνταγές αλλά πόσο να φάνε. Τα υπόλοιπα κουνουπίδια, που ήταν και τα περισσότερα, τα πέταγαν στους τράφους . Όποιο δρόμο κι αν περνούσες μύριζε κουνουπίδι. Ούτε στο καφενείο δεν μπορούσες να σταθείς απ τη μπόχα ενώ ο Δήμαρχος μόνο το καλοκαίρι έκανε συμβούλιο, σε ανοιχτούς πάντα χώρους, και πάλι με μεγάλη δυσκολία. Σε μια τέτοια συνεδρία αποφάσισε να μαζεύει όλα τα κουνουπίδια σε κάδους και με ειδικά κουνουπιδοφόρα φορτηγά τα μετέφερε σε μια μεγάλη χωματερή που σε λίγα χρόνια γίνηκε βουνό. Για βάλε 10 κουνουπιδοφόρα τη μέρα 3.650 κουνουπιδοφόρα το χρόνο! Το κόστος μεταφοράς και ταφής τεράστιο. Δεν τους έφτανε δηλαδή που τόσα έξοδα κάνανε για την παραγωγή των κουνουπιδιών, είχανε και διπλάσια έξοδα για να τα μαζέψουν και να τα θάψουν.
Στο τέλος το κακό παράγινε όταν, εξ αιτίας της βρώμας των κουνουπιδιών, μια φοβερή δυσεντερία κόλλησε τους Λευκιμμιώτες που τρέχανε από τουαλέτα σε καλαμιώνα κι από το Κέντρο Υγείας στο Νοσοκομείο, ενώ ο ένας γελούσε με το χάλι του αλλουνού.
Τότε λοιπόν εμφανίστηκε, σαν από μηχανής θεός, ένας πανέξυπνος επιχειρηματίας που έβαλε παντού κάδους και μάζευε όλα τα κουνουπίδια των Λευκιμμιωτών! Έφτιαξε και ένα εργοστάσιο διαλογής και συσκευασίας των κουνουπιδιών τα οποία γινόταν πια ανάρπαστα σε όλη τη χώρα και στο εξωτερικό. Ο επιχειρηματίας τα κονομούσε χοντρά. Οι Λευκιμμιώτες λυτρώθηκαν. Μέχρι και Δήμαρχο θέλανε να τον κάνουν. Η λυσωδία εξαφανίστηκε. Η διάρροια και η φουσκωμάρα σταμάτησαν . Οι τουρίστες άρχισαν να ξανάρχονται!
Το βλέπει αυτό ο παμπόνηρος επιχειρηματίας και τους λέει ότι έχει πολλά έξοδα, γι αυτό θέλει να του πηγαίνουν τα κουνουπίδια στο εργοστάσιο με δικά τους κουνουπιδοφόρα.
Ο Δήμαρχος όμως δεν τα σήκωνε αυτά και αρνήθηκε. Τότε το εργοστάσιο έκλεισε και η Λευκίμμη γέμισε πάλι κουνουπίδια. Στις επόμενες εκλογές ο Δήμαρχός τους πήρε ελάχιστους ψήφους. Πάτωσε. Μετά από λίγο καιρό όμως ο επιχειρηματίας ήθελε και λεφτά για κάθε φορτίο κουνουπιδιών, γιατί λέει δεν έβγαινε στο κόστος. Πάλι η Λευκίμμη γέμισε κουνουπίδια. Στο τέλος αναγκάστηκαν να τον πληρώνουν. Έτσι όμως οι Λευκιμμιώτες δεν άντεχαν στα έξοδα και στις όλο και μεγαλύτερες απαιτήσεις αυτού του κατεργάρη που το είχε μονοπώλιο και θησαύριζε σαν Ινδός πρίγκιπας και δεν τον ένοιαζε κλωνί ούτε για τους Λευκιμμιώτες ούτε για τους εργαζόμενους στη φάμπρικά του, που δούλευαν σε άθλιες συνθήκες με λειψά μεροκάματα. Ποιος να τολμήσει να τον ελέγξει; Ο Επόπτης εργασίας να ελέγξει έναν Κροίσο; Πού ακούστηκε; Οι άμοιροι εργάτες κάνανε απεργίες αλλά τα κουνουπίδια σάπιζαν κι ο κόσμος τα έβαζε μ’ αυτούς.
Για καλή τύχη όμως όλων των Λευκιμμιωτών, στις επόμενες Δημοτικές εκλογές εμφανίστηκε ένας υποψήφιος Δήμαρχος που τους έπεισε όλους να φτιάξουν ένα δικό τους εργοστάσιο. Έτσι και έγινε και όλοι είχαν κέρδος από τη λειτουργία του. Και ο κάθε Λευκιμμιώτης πουλούσε τα κουνουπίδια του σε καλή τιμή και αρκετοί Λευκιμμιώτες κέρδιζαν το μεροκάματό τους εργαζόμενοι στο εργοστάσιο με άριστες συνθήκες και πλουσιότεροι τουρίστες έρχονταν στ’ Αλεύκι γιατί παντού μοσχοβόλαγε όλο τον χρόνο.
Αυτή η τεράστια αλλαγή στη Λευκίμμη δεν έμεινε απαρατήρητη από κανέναν επισκέπτη. Όλοι είχαν να πουν τα καλύτερα λόγια . Ακόμη και ειδικοί επιστήμονες ερχόταν από παντού για να δουν αυτό το θαύμα που έκανε τη Λευκίμμη ξακουστή σ’ όλο τον κόσμο για τα κουνουπίδια της. Το παράξενο γι αυτούς ήταν ότι παρόμοια εργοστάσια υπήρχαν και στη χώρα τους αλλά όλα είχαν τα ίδια προβλήματα του εργοστάσιου του επιχειρηματία. Το εργοστάσιο των Λευκιμμιωτών όμως, έλεγαν, διαφέρει από όλα τα άλλα γιατί, λέει, έχει «Υψηλό Συντελεστή Κατανομής Ωφελημάτων»! Δηλαδή, με απλά λόγια, είχανε κέρδος όλοι οι Λευκιμμιώτες απ τη λειτουργία του.Σπουδαία τα κουνουπίδια δηλαδή! Έπρεπε να γίνουν επιστήμονες για να το καταλάβουνε.
Ο κίνδυνος όμως ακόμα δεν είχε περάσει. Ο επιχειρηματίας που έχασε τα κουνουπίδια και το εργοστάσιό του έκλεισε, έκανε νέα πρόταση στους Λευκιμμιώτες να του ξαναδώσουν τα κουνουπίδια τους κι αυτός για αντάλλαγμα θα τους χάριζε μία πετρελαιοπηγή από την οποία θα ανεύλιζε μπόλικο πετρέλαιο! Μερικοί Λευκιμμιώτες τότε πείστηκαν, γιατί ήξεραν πόσο ακριβό ήταν τότε το πετρέλαιο. Ο Δήμαρχός τους όμως τους έπεισε όλους ότι χωρίς διυλιστήριο πετρελαίου θα είχαν πάλι τα ίδια προβλήματα με τα κουνουπίδια. Θα χύνονταν το πετρέλαιο παντού και θα βρώμιζε τα πάντα.
Τότε όλοι οι Λευκιμμιώτες ξεχύθηκαν στους δρόμους με σύνθημα :
« ΤΑ – ΚΟΥΝΟΥ-ΠΙΔΙΑ - ΜΑΣ – Η ΠΕ-ΤΡΕΛΑΙΟ-ΠΗΓΗ - ΜΑΣ». Νοιώθοντας μάλιστα μεγάλη ευγνωμοσύνη στον Δήμαρχό τους, θέλανε να του κάνουν άγαλμα στην κεντρική πλατεία. Αυτός όμως, σεμνός και ταπεινός όπως ήτανε, τους έπεισε ότι αυτό θα ήταν ασέβεια προς τα κουνουπίδια. «Στα κουνουπίδια μας πρέπει να κάνουμε άγαλμα» είπε. «Σ’ αυτά που τόσο υποτιμούσαμε και τα είχαμε του πεταματού, γιατί δεν ξέραμε ότι αυτά ήταν πηγή ζωής, σ’ αυτά τα ξακουστά σ’ όλο τον κόσμο κουνουπίδια πρέπει να κάνουμε άγαλμα ».
Γι αυτό ακόμη και σήμερα, φίλοι μου, όποιος περνάει από την κεντρική πλατεία της Λευκίμμης, δεν μπορεί να μην προσέξει και να μην θαυμάσει το υπέροχο άγαλμα κουνουπιδιού που έγινε πια το σύμβολο τ’ Αλευκιού και φωτογραφίες του κυκλοφορούν σ’ όλο τον κόσμο και έγινε πιο διάσημο κι απ’ τη Σφίγκα της Αιγύπτου γιατί κάνει τους πάντες να αναρωτιούνται : «Τι θέλει να πεί ο καλλιτέχνης; »
Έτσι, χάρις στα κουνουπίδια τους, ζούσαν οι Λευκιμμιώτες καλά κι εμείς ακόμη καλύτερα.

01/10/06 Γιώργος Σ. Βλάσσης ( Μελισσουργός )

Δεν υπάρχουν σχόλια: